Пожертвование στα ελληνικά
Μετάφραση: пожертвование, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάρισμα, συνεισφορά, δωρεά, συμβολή, προικοδότηση, συνδρομή, δωρεάς, τη δωρεά, αιμοδοσία, αιμοδοσίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- белошвейка στα ελληνικά - μοδίστρα, ράφτρα, seamstress, μοδίστρας, seamstress για
- бородавка στα ελληνικά - κονδύλωμα, κρεατοελλιά, κονδυλωμάτων, μυρμηγκιά, ακροχορδώνα, ακροχόρδονες
- двуликий στα ελληνικά - διπρόσωπος, διπρόσωπη, διπρόσωπο, διπλοπροσωπία, διπρόσωποι
- должное στα ελληνικά - απαιτούμενος, πρέπων, φόρος, φόρο τιμής, αφιέρωμα, φόρος τιμής, αφιερώματος
Τυχαίες λέξεις
Пожертвование στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάρισμα, συνεισφορά, δωρεά, συμβολή, προικοδότηση, συνδρομή, δωρεάς, τη δωρεά, αιμοδοσία, αιμοδοσίας
Μεταφράσεις: χάρισμα, συνεισφορά, δωρεά, συμβολή, προικοδότηση, συνδρομή, δωρεάς, τη δωρεά, αιμοδοσία, αιμοδοσίας