Поп στα ελληνικά
Μετάφραση: поп, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρφίτσα, γόμφος, ράσο, καζάκα, ποπ, pop, σουτάρει χωρίς καμία πίεση, αναδυόμενο, καμία πίεση
Μεταφράσεις
- аквамариновый στα ελληνικά - ακουαμαρίνης, γαλαζοπράσινα, γαλαζοπράσινη, ακουαμαρίνα, γαλαζοπράσινο
- алеть στα ελληνικά - κοκκινίζω, κοκκινίζουν, ερυθριώ, κοκκινίσει
- брак στα ελληνικά - σπίρτο, σκουπίδια, υστέρημα, παντρειά, ψεγάδι, αθετώ, έλλειψη, ...
- дёрн στα ελληνικά - χλόη, χλοοτάπητα, τύρφη, χλόης, χλοοτάπητας
Τυχαίες λέξεις
Поп στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρφίτσα, γόμφος, ράσο, καζάκα, ποπ, pop, σουτάρει χωρίς καμία πίεση, αναδυόμενο, καμία πίεση
Μεταφράσεις: καρφίτσα, γόμφος, ράσο, καζάκα, ποπ, pop, σουτάρει χωρίς καμία πίεση, αναδυόμενο, καμία πίεση