Пополнение στα ελληνικά

Μετάφραση: пополнение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενίσχυση, προσχώρηση, ένταξη, άνοδος, απόκτημα, ανανέωση, αναπλήρωση, αναπλήρωσης, ανεφοδιασμό, την αναπλήρωση, αναγόμωση
Пополнение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аргус στα ελληνικά - αμφιλεγόμενος, ερειστικός, Argus, Άργος, το Argus, Άργους
  • валюта στα ελληνικά - συνάλλαγμα, λογομαχία, νόμισμα, τιμή, ανταλλάσσω, αξία, εκτιμώ, ...
  • вертел στα ελληνικά - φτύνω, πτύω, σούβλα, σούβλας, φτύνουν, φτύσιμο, οβελός
  • выработанный στα ελληνικά - που, συντάσσεται, συντάχθηκε, κατάρτιση
Τυχαίες λέξεις
Пополнение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενίσχυση, προσχώρηση, ένταξη, άνοδος, απόκτημα, ανανέωση, αναπλήρωση, αναπλήρωσης, ανεφοδιασμό, την αναπλήρωση, αναγόμωση