Предусмотрительный στα ελληνικά

Μετάφραση: предусмотрительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προνοητικός, εφεκτικός, επιφυλακτικός, διορατικός, προσεκτικός, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική
Предусмотрительный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ассигновать στα ελληνικά - διορίζω, διανέμω, κατανέμω, αποδίδω, αναθέτω, κατανομή, διαθέσει, ...
  • барражировать στα ελληνικά - περιπολία, περίπολος, περιπολίας, περιπολικά, περιπολικό
  • донник στα ελληνικά - πορεία, επικεφαλίδα, τίτλος, κλάσης, κλάση, τίτλο
  • жонглировать στα ελληνικά - ταχυδακτυλουργία, ξεγελώ, ταχυδακτυλουργίες, κάνει ταχυδακτυλουργίες, κάνουν ταχυδακτυλουργίες
Τυχαίες λέξεις
Предусмотрительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προνοητικός, εφεκτικός, επιφυλακτικός, διορατικός, προσεκτικός, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική