Предъявить στα ελληνικά

Μετάφραση: предъявить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσκομίζω, παράγω, υποβάλει, προέβαλε, προβάλλει, προβάλει, προβάλλουν
Предъявить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бутерброд στα ελληνικά - σάντουιτς, sandwich, τύπου σάντουιτς, σάντουιτς με, επαλληλίας
  • вышибать στα ελληνικά - χτυπώ, χτύπημα, κτύπος, κρούω, χτυπήσει
  • домишко στα ελληνικά - σπιτάκι, μικρό σπίτι, μικρό σπιτάκι, το μικρό σπίτι, λιλιπούτειο σπιτάκι
  • доставить στα ελληνικά - παράδοση, εκφωνώ, παραδίδω, παραλαβή, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, ...
Τυχαίες λέξεις
Предъявить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσκομίζω, παράγω, υποβάλει, προέβαλε, προβάλλει, προβάλει, προβάλλουν