Приберегать στα ελληνικά

Μετάφραση: приберегать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεδρεία, εκτός, διασώζω, παρακαταθήκη, εφεδρικός, αποταμιεύω, παρακρατώ, αποκρούω, θέσει εκτός, ξεχωρίζει, να ξεχωρίζει, διαφοροποιούν, ξεχωρίζουν
Приберегать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • авантюристический στα ελληνικά - παράτολμος, περιπετειώδη, περιπετειώδεις, τολμηροί, περιπετειώδες
  • балаган στα ελληνικά - παράπηγμα, δείχνω, παράσταση, θάλαμος, πάγκος, εμφαίνω, φάρσα, ...
  • гнилость στα ελληνικά - σαπίλα, εκφυλισμός, σαπρία, σήψη, τη σαπίλα
  • девчонка-сорванец στα ελληνικά - αγοροκόριτσο, Tomboy, το Tomboy, του Tomboy, αγριοκόριτσο
Τυχαίες λέξεις
Приберегать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεδρεία, εκτός, διασώζω, παρακαταθήκη, εφεδρικός, αποταμιεύω, παρακρατώ, αποκρούω, θέσει εκτός, ξεχωρίζει, να ξεχωρίζει, διαφοροποιούν, ξεχωρίζουν