Провести στα ελληνικά

Μετάφραση: провести, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στενά, διεξάγω, ξοδεύω, διαγωγή, ηγούμαι, λουρί, φέρσιμο, παίρνω, περνώ, ξεγελώ, μόλυβδος, συμπεριφορά, αμπάρι, πέρασμα, κυκλοφορώ, κρατώ, συμπεριφοράς, δεοντολογίας, διεξαγωγή, η συμπεριφορά
Провести στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беззаботность στα ελληνικά - απροσεξία, απροσεξίας, αμέλεια, αμέλειας, ανεμελιά
  • безо στα ελληνικά - χωρίς, άνευ, χωρίς να, δεν, χωρίς την
  • дурак στα ελληνικά - βεντούζα, χυμός, μούρη, παλαβός, κούπα, βαθμός, κάνω, ...
  • жилплощадь στα ελληνικά - στεγαστικός, στέγαση, κατοικία, κατοικίας, οικιστικές, στέγασης, οικιστικών
Τυχαίες λέξεις
Провести στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στενά, διεξάγω, ξοδεύω, διαγωγή, ηγούμαι, λουρί, φέρσιμο, παίρνω, περνώ, ξεγελώ, μόλυβδος, συμπεριφορά, αμπάρι, πέρασμα, κυκλοφορώ, κρατώ, συμπεριφοράς, δεοντολογίας, διεξαγωγή, η συμπεριφορά