Провозглашать στα ελληνικά

Μετάφραση: провозглашать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδοκιμάζω, γερός, διαλαλώ, φωνή, ήχος, προκηρύσσω, καταδεικνύω, γνωστοποιώ, ειδοποιώ, επικροτώ, ανακοινώνω, δηλώνω, επευφημώ, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει
Провозглашать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бесспорный στα ελληνικά - σίγουρος, βέβαιος, αναμφίβολος, θετικός, αδιαφιλονίκητος, αμφισβητείται, αναμφισβήτητο, ...
  • высокопарный στα ελληνικά - πομπώδης, εξεζητημένος, δύσκαμπτος, ηχηρός, μεγαλόστομες
  • выше στα ελληνικά - άνω, το παραπάνω, η παραπάνω, η ανωτέρω, τα παραπάνω, το ανωτέρω
  • грудница στα ελληνικά - μαστίτιδα, μαστίτιδας, της μαστίτιδας, τη μαστίτιδα, μαστίτιδος
Τυχαίες λέξεις
Провозглашать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδοκιμάζω, γερός, διαλαλώ, φωνή, ήχος, προκηρύσσω, καταδεικνύω, γνωστοποιώ, ειδοποιώ, επικροτώ, ανακοινώνω, δηλώνω, επευφημώ, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει