Прокашляться στα ελληνικά
Μετάφραση: прокашляться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκδηλος, διαυγής, ελευθερώνω, εναργής, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
Μεταφράσεις
- бездарный στα ελληνικά - πληκτικός, μουντός, μουχρός, βαρετός, χωρίς ταλάντον, ταλάντον, έλλειψη ταλέντου, ...
- бильярд στα ελληνικά - μπιλιάρδο, μπιλιάρδου, μπιλιάρδα, το μπιλιάρδο
- бондарить στα ελληνικά - βαγενάς, βαρελάς, Bondar, Bondar θα
- геройский στα ελληνικά - ηρωϊκός, ηρωική, ηρωικό, ηρωικές, ηρωικής
Τυχαίες λέξεις
Прокашляться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκδηλος, διαυγής, ελευθερώνω, εναργής, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
Μεταφράσεις: έκδηλος, διαυγής, ελευθερώνω, εναργής, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας