Просмаливать στα ελληνικά

Μετάφραση: просмаливать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατράμι, πίσσα, ναύτης, prosmalivat
Просмаливать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • альтруист στα ελληνικά - αλτρουιστής, αλτρουιστή, αλτρουιστών, αλτρουιστικά, altruist
  • антиклиналь στα ελληνικά - κυλώ, κύλινδρος, αψίδα, ψωμάκι, αντίκλινο, αντικλινική, anticline, ...
  • ведомство στα ελληνικά - ίδρυμα, ίδρυση, γραφείο, θεσμός, θώκος, Office, γραφείου, ...
  • гомосексуалист στα ελληνικά - αναποδογυρίζω, πανσές, ανατρέπω, ομοφυλόφιλος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ...
Τυχαίες λέξεις
Просмаливать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατράμι, πίσσα, ναύτης, prosmalivat