Противник στα ελληνικά
Μετάφραση: противник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαγωνιζόμενος, αντίθεση, επιτιθέμενος, εχθρός, αντιπολίτευση, αντίπαλος, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, τον αντίπαλό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бытовой στα ελληνικά - κατοικίδιος, κοινός, οικιακός, συνηθισμένος, καθημερινός, καθημερινή, καθημερινά, ...
- ватин στα ελληνικά - παραγέμισμα, κτύπημα με ρόπαλο, κτυπήσει, να κτυπήσει, batting, χτυπημάτων
- велоспорт στα ελληνικά - ποδηλασία, αγωνιστικά, Racing, αγώνων, αγώνων Ταχύτητας, αγωνιστικό
- выселение στα ελληνικά - αποβολή, απέλαση, έξωση, έξωσης, εκδίωξη, εξώσεις, την έξωση
Τυχαίες λέξεις
Противник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαγωνιζόμενος, αντίθεση, επιτιθέμενος, εχθρός, αντιπολίτευση, αντίπαλος, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, τον αντίπαλό
Μεταφράσεις: διαγωνιζόμενος, αντίθεση, επιτιθέμενος, εχθρός, αντιπολίτευση, αντίπαλος, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, τον αντίπαλό