Прохвост στα ελληνικά
Μετάφραση: прохвост, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλιάνθρωπος, παλιοτόμαρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вдавливать στα ελληνικά - πιέζω, πρεσάρω, εξαναγκάζω, βία, δύναμη, βαθούλωμα, Dent, ...
- воссоздавать στα ελληνικά - αναπαριστώ, αναδημιουργώ, αναπαράγομαι, δημιουργήσετε εκ νέου, δημιουργήσετε ξανά, να δημιουργήσετε εκ νέου, να δημιουργήσετε ξανά, ...
- домик στα ελληνικά - καταφύγιο, προστατεύω, θαλαμίσκος, κάσα, καμπίνα, σφηνώνω, πυγμαχώ, ...
- живительный στα ελληνικά - τραγανιστός, ξηρός, τσουχτερός, τονωτικός, ζωογόνο, ζωοποιό, ζωοποιός, ...
Τυχαίες λέξεις
Прохвост στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, παλιοτόμαρο
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, παλιοτόμαρο