Птица στα ελληνικά

Μετάφραση: птица, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτηνό, πουλί, καζάνι, κόμματος, καυστήρας, πτηνών, πουλιών, των πτηνών
Птица στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бахрейн στα ελληνικά - Μπαχρέιν, το Μπαχρέιν, Bahrain, του Μπαχρέιν, Μπαχρέην
  • гоготанье στα ελληνικά - κακαρίζω, φλυαρία, γελώ, κακαρίσματα, κακάρισμα, κακάρισμά
  • жандармерия στα ελληνικά - χωροφυλακή, χωροφυλακής, της χωροφυλακής, τη χωροφυλακή
  • желоб στα ελληνικά - σεντούκι, προβοσκίδα, ρείθρο, οχετός, μπαούλο, χαντάκι, τσέπη, ...
Τυχαίες λέξεις
Птица στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτηνό, πουλί, καζάνι, κόμματος, καυστήρας, πτηνών, πουλιών, των πτηνών