Разделывать στα ελληνικά

Μετάφραση: разделывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ντύνω, επεξεργάζομαι, κερνώ, κόβω, θεραπεύω, κοπή, φόρεμα, διαδικασία, μεταχειρίζομαι, ντύνομαι, κέρασμα, κατεργάζομαι, σκαλίζω, καλλιεργώ, κόψιμο, χαράζω, χαράξει, χαράσει
Разделывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благотворитель στα ελληνικά - ψυχικό, ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
  • виброфон στα ελληνικά - βιμπράφωνο, βιμπραφώνου
  • душегубство στα ελληνικά - σκοτώνω, φόνος, δολοφονία, φόνο, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονίες
  • заваль στα ελληνικά - μπλοκαρίσματα, αποφράξεις, παρεμποδίσεις, εμπλοκές, αποφράξεων
Τυχαίες λέξεις
Разделывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ντύνω, επεξεργάζομαι, κερνώ, κόβω, θεραπεύω, κοπή, φόρεμα, διαδικασία, μεταχειρίζομαι, ντύνομαι, κέρασμα, κατεργάζομαι, σκαλίζω, καλλιεργώ, κόψιμο, χαράζω, χαράξει, χαράσει