Размахнуться στα ελληνικά
Μετάφραση: размахнуться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούνια, κουνώ, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- белила στα ελληνικά - λευκό, λευκή, άσπρο, λευκά, λευκού
- взволнованный στα ελληνικά - αγχώδης, συναισθηματικός, νευρικός, πυρετώδης, ανήσυχος, ενθουσιασμένοι, συγκινημένος, ...
- вознегодовать στα ελληνικά - βρίσκομαι, είμαι, διανύω, ήταν, είχε, ήταν η, δεν
- допустимость στα ελληνικά - παραδεκτού, παραδεκτό, το παραδεκτό, του παραδεκτού, απαραδέκτου
Τυχαίες λέξεις
Размахнуться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούνια, κουνώ, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
Μεταφράσεις: κούνια, κουνώ, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης