Растение στα ελληνικά
Μετάφραση: растение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βότανο, λαχανικό, εργοστάσιο, φυτό, φυτεύω, φυτών, φυτού, φυτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автохтон στα ελληνικά - ιθαγενής, ντόπιος, αυτοχθονική, autochthon, Αυτόχθονης, Αυτόχθων
- акробат στα ελληνικά - ακροβάτης, Acrobat, ακροβάτη, το Acrobat, ακροβατών
- балагур στα ελληνικά - γελωτοποιός, τζόκερ, Joker, πλακατζής, το Joker
- грёза στα ελληνικά - ονειρεύομαι, όνειρο, Όνειρα, Dreams, Ονείρων, όνειρά, Τα όνειρα
Τυχαίες λέξεις
Растение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βότανο, λαχανικό, εργοστάσιο, φυτό, φυτεύω, φυτών, φυτού, φυτικών
Μεταφράσεις: βότανο, λαχανικό, εργοστάσιο, φυτό, φυτεύω, φυτών, φυτού, φυτικών