Растительный στα ελληνικά
Μετάφραση: растительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λουλουδένιος, πράσινος, λουλουδάτος, λαχανικό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό
Μεταφράσεις
- батат στα ελληνικά - πατάτα, γλυκοπατάτα, Yam, γιαμ, Κόνδυλοι της διοσκορέας, διοσκορέας
- бубенцы στα ελληνικά - καμπάνες, κουδούνια, κουδουνιών, κουδουνάκια, τα κουδούνια
- верхушечный στα ελληνικά - κορυφής, κορυφαία, κορυφαίο, ακραία, ακραίο
- горообразование στα ελληνικά - απόγονος, orogeny, ορογένεσης
Τυχαίες λέξεις
Растительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λουλουδένιος, πράσινος, λουλουδάτος, λαχανικό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό
Μεταφράσεις: λουλουδένιος, πράσινος, λουλουδάτος, λαχανικό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό