Расход στα ελληνικά

Μετάφραση: расход, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθίση, κατανάλωση, έξοδα, κατηγορία, δαπάνες, φροντίδα, δαπάνη, στραγγίζω, οχετός, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από
Расход στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аппретура στα ελληνικά - τερματισμός, περατώνω, τέλος, τελειώνω, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, ...
  • выбранить στα ελληνικά - κάθομαι, παραδίνω, δίνω, μαλώνω, επιπλήξει, επιπλήξτε, επιπλήξει το, ...
  • дистрибутивный στα ελληνικά - διανεμητικές, διανεμητικό, διανεμητικής, διανεμητικού, διανεμητική
  • завертывать στα ελληνικά - τυλίγω, διπλώνω, πτυχή, πλαταγίζω, εμπλέκομαι, γύρος, μπλέκω, ...
Τυχαίες λέξεις
Расход στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθίση, κατανάλωση, έξοδα, κατηγορία, δαπάνες, φροντίδα, δαπάνη, στραγγίζω, οχετός, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από