Регулярный στα ελληνικά
Μετάφραση: регулярный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομαλός, τακτικός, τακτική, τακτικές, τακτικά, τακτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бык στα ελληνικά - αποβάθρα, ταύρος, βούλα, μόλος, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ...
- вдавливающийся στα ελληνικά - βαθούλωμα, Dent, ΟΔΟΝΤ, Ντεντ, το Dent
- величина στα ελληνικά - μέγεθος, φωνή, αξία, ποσότητα, εμβέλεια, φάσμα, όγκος, ...
- витой στα ελληνικά - στριμμένα, στριμμένο, συνεστραμμένου, συνεστραμμένο, συνεστραμμένα
Τυχαίες λέξεις
Регулярный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομαλός, τακτικός, τακτική, τακτικές, τακτικά, τακτικών
Μεταφράσεις: ομαλός, τακτικός, τακτική, τακτικές, τακτικά, τακτικών