Решетка στα ελληνικά

Μετάφραση: решетка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκολάπτομαι, μέγγενη, κάγκελα, σχάρα, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, δίχτυ, ράφι, βασανιστήριο, δικτυωτό, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου
Решетка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • васильковый στα ελληνικά - ζαφείρι, κυανός, cornflower, καλαμποκάλευρο, κενταύριου, κενταύριου του
  • выскальзывать στα ελληνικά - γλιστρώ, γλίστρημα, παραδρομή, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
  • горестно στα ελληνικά - θλιβερά, λυπημένα, λυπηρά, θλιμμένα
  • двоебожие στα ελληνικά - ditheism
Τυχαίες λέξεις
Решетка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκολάπτομαι, μέγγενη, κάγκελα, σχάρα, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, δίχτυ, ράφι, βασανιστήριο, δικτυωτό, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου