Сатисфакция στα ελληνικά
Μετάφραση: сатисфакция, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воинство στα ελληνικά - στρατός, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
- горланить στα ελληνικά - κραυγή, φωνάζω, στριγγλίζω, στριγκλίζω, αναφωνώ, κραυγάζω
- детёныш στα ελληνικά - μωρό, νεογνό ζώου, σκύμνος, CUB, λιονταράκι, νεογέννητο
- дорваться στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Τυχαίες λέξεις
Сатисфакция στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Μεταφράσεις: ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του