Сгорбить στα ελληνικά
Μετάφραση: сгорбить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρτώνω, αψίδα, στραβός, καμπύλη, καμπυλώνω, σκύβω, γέρνουν, σκύψουμε, stoop, εξώσκαλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беременная στα ελληνικά - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
- вдернуть στα ελληνικά - τράβηγμα, τραβώ, vdernut
- денудация στα ελληνικά - απογύμνωση, την απογύμνωση, απογύμνωσης, η απογύμνωση, απογύμνωση του
- джемпер στα ελληνικά - πλεκτή ζακέτα, ζακέτα, Cardigan, Κάρντιγκαν, ζακετάκι
Τυχαίες λέξεις
Сгорбить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρτώνω, αψίδα, στραβός, καμπύλη, καμπυλώνω, σκύβω, γέρνουν, σκύψουμε, stoop, εξώσκαλο
Μεταφράσεις: κυρτώνω, αψίδα, στραβός, καμπύλη, καμπυλώνω, σκύβω, γέρνουν, σκύψουμε, stoop, εξώσκαλο