Серый στα ελληνικά

Μετάφραση: серый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θολωμένος, βαρετός, φαιός, αμυδρός, γκρίζος, μουχρός, θολός, πληκτικός, θαμπός, μουντός, γκρί, γκρι, γκρίζα, γκρίζο
Серый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бедренный στα ελληνικά - μηριαίου, μηριαία, μηριαίας, μηριαίου οστού, μηριαίο
  • бесследный στα ελληνικά - ολόκληρος, ανεξιχνίαστος, χωρίς ίχνη
  • бунтовской στα ελληνικά - στασιαστικός, buntovskoy
  • вбивать στα ελληνικά - σφαγή, φόνος, σκοτώνω, πελεκώ, οδηγώ, δολοφονώ, αυτοκίνητο, ...
Τυχαίες λέξεις
Серый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θολωμένος, βαρετός, φαιός, αμυδρός, γκρίζος, μουχρός, θολός, πληκτικός, θαμπός, μουντός, γκρί, γκρι, γκρίζα, γκρίζο