Сжатие στα ελληνικά
Μετάφραση: сжатие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνωστισμός, στύβω, λαβή, συστολή, πίεση, αρπάζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, στριμώχνω, κλώσημα, πιάνω, απομόνωση, τσιμπώ, συμπίεση, κράτημα, ζουλώ, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- быстрорастворимый στα ελληνικά - στιγμιαίος, στιγμή, άμεση, άμεσων, στιγμιαία, άμεσα
- возможный στα ελληνικά - ενδεχόμενος, αληθοφανής, εφικτός, νοητός, εύσχημος, αυθεντικός, τάση, ...
- выстуживать στα ελληνικά - παγερός, ανατριχίλα, δροσερός, ρίγος, καταψύχω, vystuzhivat
- дальнозоркость στα ελληνικά - όραση, πρεσβυωπία, υπερμετρωπία, διορατικότητα, farsightedness, το farsightedness
Τυχαίες λέξεις
Сжатие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνωστισμός, στύβω, λαβή, συστολή, πίεση, αρπάζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, στριμώχνω, κλώσημα, πιάνω, απομόνωση, τσιμπώ, συμπίεση, κράτημα, ζουλώ, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Μεταφράσεις: συνωστισμός, στύβω, λαβή, συστολή, πίεση, αρπάζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, στριμώχνω, κλώσημα, πιάνω, απομόνωση, τσιμπώ, συμπίεση, κράτημα, ζουλώ, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση