Сиделка στα ελληνικά

Μετάφραση: сиделка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Сиделка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бабье στα ελληνικά - Ινδός, ινδική, Ινδικό, Ινδικού, ινδικές
  • беспощадный στα ελληνικά - ανελέητος, άγριος, άσπλαχνος, σκληρός, βάρβαρος, αδίστακτος, ανηλεής, ...
  • бетти στα ελληνικά - Μπέττυ, Μπέτυ, betty, της Betty, Η Betty
  • десерт στα ελληνικά - καραμέλα, γλυκός, επιδόρπιο, γλυκό, επιδορπίων, το επιδόρπιο, Επιδόρπιο Στοιχεία εστιατορίου
Τυχαίες λέξεις
Сиделка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα