Скручивать στα ελληνικά

Μετάφραση: скручивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμπή, νήμα, εξοκέλλω, στύβω, στραμπουλίζω, πλέκω, κλώνος, κοτσίδα, στροφή, ρελιάζω, πλοκή, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα
Скручивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспошлинный στα ελληνικά - αφορολόγητων, αφορολογήτων, αδασμολόγητη, αφορολόγητων ειδών, χωρίς δασμούς
  • газировка στα ελληνικά - εξαερισμός, αερισμός, αερισμού, αερισμό, ο αερισμός
  • гравировать στα ελληνικά - εκκολάπτομαι, σκαλίζω, λαξεύω, επωάζω, κυνηγώ, γλύφω, μπουκαπόρτα, ...
  • грошовый στα ελληνικά - άχρηστος, μικροπρεπής, φτηνός, ημιπέννιο, Halfpenny
Τυχαίες λέξεις
Скручивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμπή, νήμα, εξοκέλλω, στύβω, στραμπουλίζω, πλέκω, κλώνος, κοτσίδα, στροφή, ρελιάζω, πλοκή, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα