Смягчить στα ελληνικά

Μετάφραση: смягчить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαλακώνω, καταπραΰνω, ανακουφίζω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Смягчить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бедлам στα ελληνικά - τρελοκομείο, φρενοκομείο, Bedlam, κομφούζιο, φασαρία
  • вливать στα ελληνικά - ενσταλάζω, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ρίξτε
  • выжлятник στα ελληνικά - μαστίζω, νικώ, μαστιγώνω, vyzhlyatnik
  • дорабатывать στα ελληνικά - τελειώνω, τερματισμός, περατώνω, τέλος, τελειώσω, τελειώσει από, ολοκληρώσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Смягчить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαλακώνω, καταπραΰνω, ανακουφίζω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει