Сумасбродничать στα ελληνικά
Μετάφραση: сумасбродничать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οργή, λυσσομανώ, μανία, φουντώνω, sumasbrodnichat
Μεταφράσεις
- анатомия στα ελληνικά - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
- ванная στα ελληνικά - μπανιέρα, σαπιοκάραβο, μπάνιο, λουτρό, τουαλέτα, μπάνιου
- вымогать στα ελληνικά - στριμώχνω, χτυπώ, εκβιάζω, απεργία, ζουλώ, στύβω, αποσπώ, ...
- гонять στα ελληνικά - οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
Τυχαίες λέξεις
Сумасбродничать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οργή, λυσσομανώ, μανία, φουντώνω, sumasbrodnichat
Μεταφράσεις: οργή, λυσσομανώ, μανία, φουντώνω, sumasbrodnichat