Таять στα ελληνικά
Μετάφραση: таять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιώνω, διαλύω, ξεπαγώνω, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аннексировать στα ελληνικά - παράρτημα, παραρτήματος, το παράρτημα, του παραρτήματος, παράρτη
- анонимность στα ελληνικά - ανωνυμία, ανωνυμίας, την ανωνυμία, η ανωνυμία, της ανωνυμίας
- воздуходувка στα ελληνικά - έκρηξη, φυσητήρας, φυσητήρα, ανεμιστήρα, ανεμιστήρας, του ανεμιστήρα
- заводной στα ελληνικά - ζωηρός, ομαλά, ρολόι, άριστα, το μηχανισμό, ρολογιού
Τυχαίες λέξεις
Таять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιώνω, διαλύω, ξεπαγώνω, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως
Μεταφράσεις: λιώνω, διαλύω, ξεπαγώνω, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως