Тесать στα ελληνικά

Μετάφραση: тесать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόβω, κουρεύω, κομψός, κοπή, πελεκώ, κόψιμο, κλαδεύω, ψαλιδίζω, λαξεύω, HEW, της HEW, για λαξεύω
Тесать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • агнесса στα ελληνικά - Agnes, Αγνή, Αγνής, Άγκνες
  • азиат στα ελληνικά - Ασίας, της Ασίας, ασιατικές, ασιατική, ασιατικών
  • горемыка στα ελληνικά - πενιχρός, δυστυχής, καημένος, φτωχός, διάβολος, ατυχής, ατυχές, ...
  • гравиметрический στα ελληνικά - σταθμική, σταθμικής, βαρυμετρική, βαρυμετρικό, βαρομετρική
Τυχαίες λέξεις
Тесать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόβω, κουρεύω, κομψός, κοπή, πελεκώ, κόψιμο, κλαδεύω, ψαλιδίζω, λαξεύω, HEW, της HEW, για λαξεύω