Тыловой στα ελληνικά

Μετάφραση: тыловой, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογιστικός, όπισθεν, οπίσθιος, πίσω, οπίσθιο, πίσω μέρος
Тыловой στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бакалея στα ελληνικά - παντοπωλείο, τροφίμων, παντοπωλείων, παντοπωλείου, παντοπωλεία
  • бредень στα ελληνικά - σέρνω, dragnet, διαβόητο, μάλλον διαβόητο
  • доползать στα ελληνικά - μπουσουλάω, σύρσιμο, σύρομαι, dopolzaet
  • забираться στα ελληνικά - αποκτώ, σκαρφαλώνω, ανεβαίνω, παίρνω, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, ...
Τυχαίες λέξεις
Тыловой στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογιστικός, όπισθεν, οπίσθιος, πίσω, οπίσθιο, πίσω μέρος