Угнетение στα ελληνικά
Μετάφραση: угнетение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταπίεση, κατάθλιψη, ύφεση, καταδυνάστευση, καταπίεσης, την καταπίεση, της καταπίεσης, η καταπίεση
Μεταφράσεις
- бейлиф στα ελληνικά - δικαστικός κλητήρας, δικαστικός επιμελητής, δικαστικού επιμελητή, δικαστικό επιμελητή, επιμελητή
- бесстрашный στα ελληνικά - γενναίος, ατρόμητος, άφοβος, άφοβη, άφοβα, ατρόμητο
- возить στα ελληνικά - μεταδίδω, διαβιβάζω, κουβαλώ, μεταφορά, μεταφέρω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, ...
- гипнотерапия στα ελληνικά - υπνοθεραπεία, hypnotherapy, υπνοθεραπείας, η υπνοθεραπεία, την υπνοθεραπεία
Τυχαίες λέξεις
Угнетение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταπίεση, κατάθλιψη, ύφεση, καταδυνάστευση, καταπίεσης, την καταπίεση, της καταπίεσης, η καταπίεση
Μεταφράσεις: καταπίεση, κατάθλιψη, ύφεση, καταδυνάστευση, καταπίεσης, την καταπίεση, της καταπίεσης, η καταπίεση