Узелок στα ελληνικά

Μετάφραση: узелок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτσο, σωριάζω, δεσμίδα, τσουβαλιάζω, μικρός κόμβος, οζίδιο, οζιδίου, όζος, οζιδίων
Узелок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ацетилен στα ελληνικά - ασετυλίνη, ακετυλένιο, ακετυλενίου, το ακετυλένιο, ασετυλίνης
  • блюсти στα ελληνικά - παρατηρώ, κρατώ, σεβασμός, τηρώ, εξακολουθώ, κατακρατώ, σέβομαι, ...
  • взвизгивать στα ελληνικά - βαβίζω, yelps
  • греция στα ελληνικά - Ελλάδα
Τυχαίες λέξεις
Узелок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτσο, σωριάζω, δεσμίδα, τσουβαλιάζω, μικρός κόμβος, οζίδιο, οζιδίου, όζος, οζιδίων