Умозрительный στα ελληνικά
Μετάφραση: умозрительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποθετικός, εικαστικός, θεωρητικός, κερδοσκοπικός, κερδοσκοπικές, κερδοσκοπικών, κερδοσκοπική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атавистический στα ελληνικά - αταβιστικός, πατρογονικός, προγονικός, αταβιστική, αταβιστικό, αταβιστικές, αταβιστικών
- великобритания στα ελληνικά - Βρετανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένου Βασιλείου, united kingdom, του Ηνωμένου Βασιλείου
- генерал-лейтенант στα ελληνικά - αντιπτεράρχος, αντιστρατηγός, Πτέραρχος, Πτέραρχο
- долг στα ελληνικά - παθητικό, υποχρέωση, γραφείο, θώκος, δασμοί, δωσιδικία, βάρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Умозрительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποθετικός, εικαστικός, θεωρητικός, κερδοσκοπικός, κερδοσκοπικές, κερδοσκοπικών, κερδοσκοπική
Μεταφράσεις: υποθετικός, εικαστικός, θεωρητικός, κερδοσκοπικός, κερδοσκοπικές, κερδοσκοπικών, κερδοσκοπική