Уплотнение στα ελληνικά
Μετάφραση: уплотнение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστολή, συμπίεση, συμπύκνωση, εδραίωση, συγκέντρωση, συσκευασία, συσκευασίας, συσκευασίες, τη συσκευασία, η συσκευασία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выродок στα ελληνικά - κτήνος, εκφυλίζομαι, έκφυλος, τέρας, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, ...
- гальванометр στα ελληνικά - γαλβανόμετρο, γαλβανόμετρου, του γαλβανόμετρου, βελόνας του γαλβανόμετρου, της βελόνας του γαλβανόμετρου
- дрозд-белобровик στα ελληνικά - REDWING, κοκκινότσιχλα, κοκκινότσιχλας, η κοκκινότσιχλα
- заботить στα ελληνικά - ανησυχία, ενδιαφέρον, παρενοχλώ, ανησυχώ, κόπος, ταλαιπωρία, ενοχλώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Уплотнение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστολή, συμπίεση, συμπύκνωση, εδραίωση, συγκέντρωση, συσκευασία, συσκευασίας, συσκευασίες, τη συσκευασία, η συσκευασία
Μεταφράσεις: συστολή, συμπίεση, συμπύκνωση, εδραίωση, συγκέντρωση, συσκευασία, συσκευασίας, συσκευασίες, τη συσκευασία, η συσκευασία