Уровень στα ελληνικά
Μετάφραση: уровень, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημειώνω, κλίμακα, επίπεδο, πτυχίο, κλίμακας, πλάνη, στάθμη, κλιμάκωση, βαθμολογώ, ροκάνι, λέπι, σημαίνω, κλυδωνίζομαι, βαθμός, επιπέδου, το επίπεδο, επίπεδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баррель στα ελληνικά - βαρέλι, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
- восстать στα ελληνικά - επαναστατώ, επαναστάτης, εξέγερση, αύξηση, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, ...
- гадалка στα ελληνικά - μαντοσύνη, μάγισσα, προφήτης, μάντης, μάντισσα, Fortune Teller, μάντισσας, ...
- долго στα ελληνικά - μεγάλος, μακρύς, ενώ, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
Τυχαίες λέξεις
Уровень στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημειώνω, κλίμακα, επίπεδο, πτυχίο, κλίμακας, πλάνη, στάθμη, κλιμάκωση, βαθμολογώ, ροκάνι, λέπι, σημαίνω, κλυδωνίζομαι, βαθμός, επιπέδου, το επίπεδο, επίπεδα
Μεταφράσεις: σημειώνω, κλίμακα, επίπεδο, πτυχίο, κλίμακας, πλάνη, στάθμη, κλιμάκωση, βαθμολογώ, ροκάνι, λέπι, σημαίνω, κλυδωνίζομαι, βαθμός, επιπέδου, το επίπεδο, επίπεδα