Участь στα ελληνικά
Μετάφραση: участь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδα, ειμαρμένη, ευτυχία, κλήρος, μοιράζομαι, τύχη, πεπρωμένο, μοίρα, μοιράζω, τύχης, την τύχη, τη μοίρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- впадать στα ελληνικά - διανύω, βρίσκομαι, είμαι, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, ...
- всплеснуть στα ελληνικά - πιτσιλίζω, πλατσουρίζω, πιτσιλάω, κάνω εμετό, εξεμώ, ξερνώ, εμετό, ...
- гадалка στα ελληνικά - μαντοσύνη, μάγισσα, προφήτης, μάντης, μάντισσα, Fortune Teller, μάντισσας, ...
- дилетантский στα ελληνικά - ερασιτεχνικός, ερασιτεχνικού, ερασιτεχνική, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνικά
Τυχαίες λέξεις
Участь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδα, ειμαρμένη, ευτυχία, κλήρος, μοιράζομαι, τύχη, πεπρωμένο, μοίρα, μοιράζω, τύχης, την τύχη, τη μοίρα
Μεταφράσεις: μερίδα, ειμαρμένη, ευτυχία, κλήρος, μοιράζομαι, τύχη, πεπρωμένο, μοίρα, μοιράζω, τύχης, την τύχη, τη μοίρα