Учиться στα ελληνικά

Μετάφραση: учиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπουδάζω, σπουδές, μελέτη, γραφείο, προκρίνομαι, μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει
Учиться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • акушерский στα ελληνικά - μαιευτικός, μαιευτικοί, μαιευτική, μαιευτικές, μαιευτικών
  • баснословный στα ελληνικά - απίθανος, δραματικός, ακραίος, ασυνήθιστος, υπέροχος, αξιοσημείωτος, απίστευτος, ...
  • выпрямитель στα ελληνικά - ανορθωτής, ανορθωτή, ανόρθωσης, του ανορθωτή, ανορθώσεως
  • грузоподъемник στα ελληνικά - ασανσέρ, περονοφόρα, περονοφόρο, περονοφόρου, περονοφόρο ανυψωτικό, περονοφόρα εμπρόσθιας φόρτωσης Ωφέλιμο
Τυχαίες λέξεις
Учиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπουδάζω, σπουδές, μελέτη, γραφείο, προκρίνομαι, μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει