Функциональный στα ελληνικά
Μετάφραση: функциональный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вспыхивать στα ελληνικά - ερεθίζω, σπιθοβολώ, φλας, Flash, λάμψης, το Flash, ανάφλεξης
- гематит στα ελληνικά - αιματίτης, αιματίτη, από αιματίτη, ο αιματίτης, αιματίτες
- групповой στα ελληνικά - ομάδα, ομάδας, ομίλου, ομάδα που, της ομάδας
- диспут στα ελληνικά - διεκδικώ, διαφωνία, συζήτηση, διένεξη, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, ...
Τυχαίες λέξεις
Функциональный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά
Μεταφράσεις: λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά