Швырнуть στα ελληνικά
Μετάφραση: швырнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετώ, ρίχνω, εξακοντίζω, συντρίβω, εκσφενδονίζω, τρέχω, ραντίζω, ρίξει, να ρίξει, ρίχνουν, ρίχνει, πετάτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- больно στα ελληνικά - οδυνηρά, πονάει, που πονάει, βλάπτει, πονάτε, πλήττει την
- вьетнам στα ελληνικά - Βιετνάμ, το Βιετνάμ, του Βιετνάμ, Βιετνάμ Κλείσιμο, Βιετναμ
- дарвинист στα ελληνικά - δαρβινιστική, δαρβινιστής
- диффузия στα ελληνικά - διάχυση, διάδοση, διάχυσης, διαχύσεως, διάδοσης
Τυχαίες λέξεις
Швырнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετώ, ρίχνω, εξακοντίζω, συντρίβω, εκσφενδονίζω, τρέχω, ραντίζω, ρίξει, να ρίξει, ρίχνουν, ρίχνει, πετάτε
Μεταφράσεις: πετώ, ρίχνω, εξακοντίζω, συντρίβω, εκσφενδονίζω, τρέχω, ραντίζω, ρίξει, να ρίξει, ρίχνουν, ρίχνει, πετάτε