Шуровать στα ελληνικά
Μετάφραση: шуровать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπρώχνω, τσιγκλώ, τροφοδοτώ, Stoke, Στόουκ, του Stoke, ανατροφοδοτεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акробатика στα ελληνικά - θεμέλιο, ακροβασία, ακροβατικά, τα ακροβατικά, ακροβασίες, ακροβατικών
- высококачественный στα ελληνικά - υψηλής, υψηλού, μεγάλης, υψηλή, υψηλών
- высокопроцентный στα ελληνικά - υψηλού βαθμού, υψηλής ποιότητας, αρίστης ποιότητας, υψηλής ποιότη
- гротескный στα ελληνικά - απίθανος, αλλόκοτος, τερατώδης, τραγελαφικός, γκροτέσκο, τραγελαφικό, τραγελαφική, ...
Τυχαίες λέξεις
Шуровать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπρώχνω, τσιγκλώ, τροφοδοτώ, Stoke, Στόουκ, του Stoke, ανατροφοδοτεί
Μεταφράσεις: σπρώχνω, τσιγκλώ, τροφοδοτώ, Stoke, Στόουκ, του Stoke, ανατροφοδοτεί