Эффективность στα ελληνικά
Μετάφραση: эффективность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγωγικότητα, αποτελεσματικότητα, αρετή, προσόν, απόδοση, προτέρημα, παράσταση, φρονιμάδα, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альманах στα ελληνικά - καζαμίας, εορτολόγιο, ημερολόγιο, αλμανάκ, almanac, μηνολόγιον
- бегунок στα ελληνικά - δρομέας, αθλητής, μπικουτί, ταξιδιώτης, δρομέα, συμμετέχων, runner, ...
- буян στα ελληνικά - ταραχώδης, αληταράς, αγροίκος, βάναυσος, Roughneck, Άγριοι
- высотомер στα ελληνικά - υψόμετρο, altimeter, υψομετρητή, τον υψομετρητή, υψομέτρου
Τυχαίες λέξεις
Эффективность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγωγικότητα, αποτελεσματικότητα, αρετή, προσόν, απόδοση, προτέρημα, παράσταση, φρονιμάδα, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας
Μεταφράσεις: παραγωγικότητα, αποτελεσματικότητα, αρετή, προσόν, απόδοση, προτέρημα, παράσταση, φρονιμάδα, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας