Волумен στα ελληνικά
Μετάφραση: волумен, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωνή, όγκος, ποσότητα, όγκο, όγκου, ένταση
Μεταφράσεις
- волкот στα ελληνικά - λύκος, Wolf, λύκου, λύκο, λύκων
- волната στα ελληνικά - μάλλινος, μαλλί, μαλλιού, το μαλλί, μάλλινα, ερίου
- восокот στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
- вошката στα ελληνικά - ψείρα, ψείρας, φθείρα, ψείρα του, χαλνώ
Τυχαίες λέξεις
Волумен στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωνή, όγκος, ποσότητα, όγκο, όγκου, ένταση
Μεταφράσεις: φωνή, όγκος, ποσότητα, όγκο, όγκου, ένταση