Непцето στα ελληνικά
Μετάφραση: непцето, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερώα, μαστίχα, ουρανίσκος, ουρανίσκο, υπερώας, τον ουρανίσκο
Μεταφράσεις
- недостатокот στα ελληνικά - έλλειψη, υστέρημα, ανάγκη, θέλω, έλλειψης, η έλλειψη, απουσία, ...
- непријателот στα ελληνικά - εχθρός, Enemy, εχθρό, του εχθρού, εχθρικά
- нерв στα ελληνικά - νεύρο, νεύρου, νεύρων, νευρικών, νευρικά
- нишалото στα ελληνικά - κόγχη, θέση, εξειδικευμένες, εξειδικευμένη, θέσεων
Τυχαίες λέξεις
Непцето στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερώα, μαστίχα, ουρανίσκος, ουρανίσκο, υπερώας, τον ουρανίσκο
Μεταφράσεις: υπερώα, μαστίχα, ουρανίσκος, ουρανίσκο, υπερώας, τον ουρανίσκο