Bývať στα ελληνικά
Μετάφραση: bývať, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μένω, ζωντανός, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- býk στα ελληνικά - βούλα, ταύρος, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ταύρου
- bývalý στα ελληνικά - πρώην, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
- cech στα ελληνικά - σωματείο, συντεχνία, σκάφος, ένωση, τάγματος, του τάγματος, τάγμα, ...
- cediť στα ελληνικά - τεντώνω, στραμπουλίζω, διηθώ, ζόρι, ένταση, γένος, τάση, ...
Τυχαίες λέξεις
Bývať στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μένω, ζωντανός, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει
Μεταφράσεις: μένω, ζωντανός, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει