Nový στα ελληνικά

Μετάφραση: nový, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νέος, καινούριος, νέα, νέο, νέων, νέες
Nový στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • novátorský στα ελληνικά - καινοφανής, καινοτόμες, καινοτόμα, καινοτόμο, καινοτόμων, καινοτόμος
  • nováčik στα ελληνικά - αρχάριος, αρχάριους, αρχάριο, αρχαρίων, αρχάριοι
  • nozdra στα ελληνικά - ρουθούνι, ρώθωνα, ρουθουνιού, nostril
  • noční στα ελληνικά - νύχτα, βράδυ, νύχτας, βραδιά, διανυκτέρευση
Τυχαίες λέξεις
Nový στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νέος, καινούριος, νέα, νέο, νέων, νέες