Voľno στα ελληνικά
Μετάφραση: voľno, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κενό, ελεύθερος χρόνος, άνεση, αναψυχής, αναψυχή, ελεύθερο χρόνο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- voľba στα ελληνικά - εκλογές, επιλογή, αναγόρευση, εκλεκτός, δυνατότητα, την επιλογή, η επιλογή, ...
- voľne στα ελληνικά - δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
- voľný στα ελληνικά - μπόσικος, λάσκος, λυτός, χαλαρός, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ...
- voňavka στα ελληνικά - ευωδιά, άρωμα, αρώματος, αρώματα, αρωμάτων, το άρωμα
Τυχαίες λέξεις
Voľno στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κενό, ελεύθερος χρόνος, άνεση, αναψυχής, αναψυχή, ελεύθερο χρόνο
Μεταφράσεις: κενό, ελεύθερος χρόνος, άνεση, αναψυχής, αναψυχή, ελεύθερο χρόνο