Formální στα ελληνικά
Μετάφραση: formální, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- formalista στα ελληνικά - φορμαλιστές, φορμαλιστών, formalists, φορμαλιστών του, φορμαλισμού
- formule στα ελληνικά - τύπος, φόρμουλα, Τύπου, Τύπο, Formula
- fosgen στα ελληνικά - φωσγένιο, φωσγενίου, το φωσγένιο, του φωσγενίου, φωσγένιον
- fosilní στα ελληνικά - απολίθωμα, ορυκτά, ορυκτών, Τα ορυκτά, Fossil
Τυχαίες λέξεις
Formální στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
Μεταφράσεις: επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες