Omráčit στα ελληνικά
Μετάφραση: omráčit, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζαλίζω, συντρίβω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- omleta στα ελληνικά - ομελέτα, ομελέτα με, ομελέτες, ομελέτας
- omrzlina στα ελληνικά - κρυοπάγημα, παγοπληξία, κρυοπαγήματα, Frostbite, κρυοπαγήματος, Τα κρυοπαγήματα
- omámit στα ελληνικά - ναρκωτικό, εμβρόντητος, έκπληκτος, αναισθητοποιούνται, εξέπληξε, αναισθητοποιηθεί
- on στα ελληνικά - κυνηγώ, επί, κατά, για, σχετικά, σε
Τυχαίες λέξεις
Omráčit στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζαλίζω, συντρίβω
Μεταφράσεις: ζαλίζω, συντρίβω