Pouliční στα ελληνικά

Μετάφραση: pouliční, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδός, δρόμος
Pouliční στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • potrkat στα ελληνικά - κουτουλώ, χτυπώ, χτύπημα, κτύπος, κρούω, χτυπήσει
  • pouk στα ελληνικά - πλεύση, πιάτο, μαθήματα, Διδάγματα, διδάγματα που, τα μαθήματα, διδαγμάτων
  • poučení στα ελληνικά - χειραγωγία, καθοδήγηση, διδακτικός, κατατοπιστικός, διδακτικό, διδακτική, διδακτικές
  • poučevati στα ελληνικά - για να διδάξουν, να διδάξουν, για να διδάξει, να διδάξει, να διδάσκουν
Τυχαίες λέξεις
Pouliční στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδός, δρόμος